όμορφα ήταν. και πλάκα είχε.
και αργά πηγαίναμε. και μετά με λέει κουλή ο λιμενικός,
που δεν με άφηνε να κάνω βήμα για να μην χαθεί κανείς στο δρόμο. την άλλη φορά θα τον στείλω με το κότερο.
και καφέ ήπιαμε, εγώ το μισό παγωτό του sniper που το παιζε... μαϊμού.
και ήρθαν και μέλη που εγώ δεν τα ήξερα και χάρηκα. αλλά λόγω ηλικίας δεν θυμάμαι τα ονόματά τους, αλλά θυμάμαι του ypsilon που κατάλαβε νωρίς πόσο γκρινιάρα είμαι.
και φαγητό φάγαμε. ο λιμενικός σαν βουλευτής γυρνούσε από τραπέζι σε τραπέζι και κερνούσε κρασί, τάιζε στο στόμα τους γεροντότερους και αγκάλιαζε με νόημα τα μέλη. στο τέλος μας έταξε πως θα φτιάξει γεφύρι να ενώνει τα χωριά: άνω τουρμπίνα κσι κάτω σκάστρα.
(για το φαγητό εγώ άκουσα κάτι μικρά παραπονάκια, που νομίζω ότι χάλασαν το κέφι σε κάποιους. αλλά ρουφιάνα δεν είμαι
)
και μετά φύγαμε. και μετά ήρθαν οι μέλισσες πάνω στη μάσκα του 4αριού μιας και ο λιμενικός κυνηγούσε τον νάσο, που οδηγάει πάντα και σε κάνει να θες να τον περάσεις από πάνω
, αλλά αυτό ποτέ δεν έρχεται.
και φυσικά ήρθε και η μαρία από την καλαμάτα, που όπως την κόβω σύντομα θα δημιουργήσει ένα τούμπανο που θα το βλέπουμε και θα το ζηλεύουμε. keep searching maria!
αυτά, την επόμενη φορά να έρθετε κι άλλοι...